H σύγχρονη
εκπαιδευτική πραγματικότητα χαρακτηρίζεται από την αδυναμία των εκπαιδευτικών συστημάτων
να ανταποκριθούν στις νεοδημιουργηθείσες ανάγκες της σύγχρονης πραγματικότητας,
με αποτέλεσμα μια μεγάλη μερίδα μαθητών να οδηγείται στη σχολική αποτυχία. Η
αδυναμία αυτή των εκπαιδευτικών συστημάτων προκαλεί την ανάγκη άμεσης και εις
βάθος διερεύνησης των αιτιών του προβλήματος και των μέτρων αντιμετώπισής του,
κάτι που για αρκετούς μελετητές μπορεί να αναζητηθεί στα πλαίσια της θεωρίας
και της πράξης της διαφοροποίησης. Η διαφοροποίηση της διδασκαλίας στα πλαίσια
της θεωρίας της οικοδόμησης της γνώσης μπορεί να αποτελέσει την απάντηση στο
πρόβλημα της αυξανόμενης διαφορετικότητας στις τάξεις μικτής ικανότητας και της
συνέχισης του φαινομένου της σχολικής αποτυχίας.
Η
διαφοροποιημένη διδασκαλία μπορεί να γίνει αντιληπτή ως η «μέθοδος»
διδασκαλίας, η οποία ανταποκρίνεται στις ανάγκες του κάθε μαθητή και της θεμελίωσης
της γνώσης του κάθε μαθητή, που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μεταφορά
γνώσης (Κουτσελίνη, 2006). Η διαφοροποιημένη διδασκαλία θα είναι το μέσο που θα
οδηγήσει τον μαθητή στην οικοδόμηση της γνώσης, σύμφωνα με την οποία θα
μπορέσει να ενισχύσει την ερμηνευτική του ικανότητα, δίνοντας του παράλληλα τη
δυνατότητα να δοκιμάσει στην πράξη και με βάση τα όσα γνωρίζει τις ιδέες του
και να συσχετίσει το θέμα που μελετάται με άλλα θέματα (Κουτσελίνη, 2006).
Σκοπός της διαφοροποιημένης διδασκαλίας θα πρέπει να είναι η οικοδόμηση της
γνώσης για όλους τους μαθητές, που θα επιφέρει τη μεγιστοποίηση του κινήτρου για
γνωστική - μεταγνωστική ανάπτυξη και τις επιδόσεις του κάθε μαθητή (Gagatsis
& Koutselini, 2000).
Η επιτυχία
της διαφοροποιημένης διδασκαλίας βασίζεται σε διάφορους παράγοντες.
Συγκεκριμένα, ο συστηματικός
προγραμματισμός, η οργάνωση και η σωστή διαχείριση της διαδικασίας της μάθησης
αποτελεί έναν από τους σημαντικούς παράγοντες της αποτελεσματικής διδασκαλίας, ιδιαίτερα
όταν στόχος είναι η διαφοροποίηση της
διδασκαλίας, για να ανταποκριθεί στην γκάμα των προσωπικών αναγκών και
ικανοτήτων των μαθητών (Clark & Callow, 1998). Επίσης, στην επιτυχία
μιας διαφοροποιημένης διδασκαλίας καθοριστικό ρόλο διαδραματίζει η ικανότητα του
εκπαιδευτικού να ασκεί αυτοκριτική
στην πορεία της διδασκαλίας με τρόπο που να λαμβάνει ανατροφοδότηση και να
διαφοροποιεί την εργασία του αποτελεσματικότερα. Η Tomlinson τονίζει πως δεν
είναι μια επιτυχημένη διδασκαλία που κρατά τους μαθητές απασχολημένους, αλλά
μια διδασκαλία που βοηθά τους μαθητές να αναπτύξουν περαιτέρω βασικές
δεξιότητες και έννοιες. Μέσα από τη διαδικασία της διαφοροποίησης δεν μαθαίνει
μόνο ο μαθητής, αλλά και ο εκπαιδευτικός (Hess Mary Anne, 1999). Όπως ακριβώς
οι νέοι εκπαιδευτικοί αρχίζουν την επαγγελματική τους ζωή με ένα ρεπερτόριο
διδακτικών πρακτικών, οι οποίες συνειδητά ή ασυνείδητα αλλάζουν, εμπλουτίζονται
και τελειοποιούνται, το ίδιο συμβαίνει και με την πρακτική της διαφοροποίησης.
Μέσα από την πρακτική εφαρμογή της διαφοροποίησης ο εκπαιδευτικός μαθαίνει και
με την εμπειρία που αποκτά μέσα από τη διαφοροποιημένη πρακτική μπορεί να αξιοποιήσει
όλες τις στρατηγικές διαφοροποίησης, να τις προσαρμόσει και να ανταποκριθεί αρτιότερα
στις ανάγκες των μαθητών του. Επιπρόσθετα, μια από τις σημαντικές προϋποθέσεις
για την επιτυχία της διαφοροποιημένης διδασκαλίας είναι και η δημιουργία υποστηρικτικού εκπαιδευτικού
υλικού (ιεραρχημένα φύλλα δραστηριοτήτων, εργασίες αγκυροβολίας κ.ά.) που
να ενισχύει και να διευκολύνει τον προγραμματισμό της διαφοροποιημένης διδασκαλίας,
η οποία, κατά γενική ομολογία είναι μια χρονοβόρα διαδικασία. Τέλος, η
Tomlinson αναφέρει ότι χρειάζεται θέληση από τους εκπαιδευτικούς, για να
μπορέσουν να διαφοροποιήσουν τη διδασκαλία τους. Όμως, η θέληση δεν είναι
αρκετή, αφού οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να γνωρίσουν αρχικά πολύ καλά τη θεωρία
της διαφοροποίησης και τη μετάφραση της θεωρίας σε πράξη, για να μπορέσουν να
τα μεταφέρουν και στην τάξη τους τη διαφοροποιημένη διδασκαλία (Mary Ann Coley,
2005). Κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει εφικτό μόνο μέσα από συνεχή και επιστημονικά οργανωμένη επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε
θέματα διαφοροποίησης.
Στο πνεύμα του παραπάνω άρθρου κινήθηκε και η επιμορφωτική ημερίδα που παρακολούθησαν οι εκπαιδευτικοί του Σχολείου μας την Τρίτη 17 Ιουνίου 2014. Την ημερίδα οργάνωσε η Σχολική Σύμβουλος κ. Πάσχου Αγγελική και πραγματοποιήθηκε στο κτίριο των Δημοτικών Σχολείων Βόνιτσας. Βασικός εισηγητής στην ημερίδα ήταν ο κ. Φύκαρης Ιωάννης, Επίκουρος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
Στο πνεύμα του παραπάνω άρθρου κινήθηκε και η επιμορφωτική ημερίδα που παρακολούθησαν οι εκπαιδευτικοί του Σχολείου μας την Τρίτη 17 Ιουνίου 2014. Την ημερίδα οργάνωσε η Σχολική Σύμβουλος κ. Πάσχου Αγγελική και πραγματοποιήθηκε στο κτίριο των Δημοτικών Σχολείων Βόνιτσας. Βασικός εισηγητής στην ημερίδα ήταν ο κ. Φύκαρης Ιωάννης, Επίκουρος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
ΠΗΓΗ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.